Με την απόφαση του Eurogroup να «κουρέψει» τις καταθέσεις στην Κύπρο και έτσι να φορτώσει την χρεοκοπία των τραπεζών στους καταθέτες, χάθηκε οριστικά και το τελευταίο φύλλο συκής της ευρωζώνης. Θυμάστε που μας έλεγαν όλα τα παπαγαλάκια ότι το ευρωσύστημα εγγυάται τις καταθέσεις; Τέρμα κι αυτός ο μύθος. Και μάλιστα με τον πιο παταγώδη τρόπο. Οι καταθέσεις μετατράπηκαν με τον πιο επίσημο τρόπο σε βορά του τραπεζικού καρτέλ προκειμένου να επιβιώσει παρά φύση. Όσο για τις καταθέσεις έως 100 χιλιάδες ευρώ, που υποτίθεται ότι είναι υπό καθεστώς εγγύησης, δεν έχει παρά να το πιστέψει μόνο όποιος πάσχει από μια ιδιότυπη μορφή βαρύτατης άνοιας. Ο λόγος είναι απλός. Το ευρωσύστημα δεν διαθέτει κανενός είδους σύστημα εγγυοδοσίας των καταθέσεων. Την εγγυοδοσία την έχει εναποθέσει στα κράτη-μέλη. Το κάθε κράτος-μέλος έχει την δική του πρόβλεψη εγγυοδοσίας για μέχρι 100 χιλιάδες κατάθεση. Το ελληνικό κράτος διαθέτει το Ταμείο Εγγυοδοσίας Καταθέσεων και Επενδύσεων. Μόνο που το εν λόγω Ταμείο διαθέτει, σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, ίσαμε 1.600 ευρώ! Με άλλα λόγια το ταμείο είναι άδειο και δεν μπορεί να εγγυηθεί το οτιδήποτε.
Η ΠΟΛΥΤΕΛΕΙΑ ΤΩΝ ΚΑΤΑΘΕΣΕΩΝ
Όμως, στην Ελλάδα όλα αυτά αφορούν σε εκείνους τους ελάχιστους που ακόμη έχουν την πολυτέλεια να φαντάζονται ότι διαθέτουν καταθέσεις στις τράπεζες και να νομίζουν ότι είναι εξασφαλισμένες. Για την μεγάλη πλειοψηφία του ελληνικού λαού αυτή η φενάκη έχει λήξει εδώ και πολύ καιρό. Οι περισσότεροι εργαζόμενοι, ελευθεροεπαγγελματίες και μικρομεσαίοι, για να μην μιλήσουμε για τους ανέργους, αγωνίζονται να τα βγάλουν πέρα μέρα τη μέρα. Και καθώς δεν τα καταφέρνουν φορτώνονται όλο και περισσότερα χρέη. Εδώ και πολλά χρόνια η κυρίαρχη σχέση των εργαζόμενων στρωμάτων του λαού με τις τράπεζες είναι εκείνη του οφειλέτη, που βλέπει διαρκώς το χρέος του να μεγαλώνει και να τον συνθλίβει.
Και καθώς όλο και περισσότερα νοικοκυριά ξεμένουν από εισόδημα και προοπτική, αναρωτιέται κανείς ποιανού είναι όλα αυτά τα 160 δις ευρώ που εμφανίζουν οι τράπεζες ως καταθέσεις εγχώριων νοικοκυριών και επιχειρήσεων. Ναι, μην παραξενεύεστε. Οι τράπεζες στην Ελλάδα δηλώνουν καταθέσεις εγχώριων νοικοκυριών και επιχειρήσεων συνολικής αξίας 161,5 δις ευρώ τον Δεκέμβριο του 2012. Από αυτά τα 135,1 δις ευρώ ανήκουν στα εγχώρια νοικοκυριά εκ των οποίων τα 44,8 δις ευρώ αφορούν σε καταθέσεις ταμιευτηρίου και τα 83,5 δις ευρώ σε καταθέσεις προθεσμίας. Τον Φεβρουάριο του 2013 οι καταθέσεις κατοίκων του εσωτερικού στην Ελλάδα και ειδικότερα των εγχώριων νοικοκυριών και επιχειρήσεων ανήλθαν στα 164,0 δις ευρώ. Τα 138,0 δις ευρώ ανήκαν στα εγχώρια νοικοκυριά από τα οποία τα 43,5 δις ευρώ ήταν καταθέσεις εγχώριων νοικοκυριών στο ταμιευτήριο, ενώ τα 88,2 δις ευρώ αφορούσαν σε καταθέσεις προθεσμίας. Αν και τα ποσά αυτά είναι χαμηλότερα από τον αντίστοιχο Φεβρουάριο του 2012, ωστόσο παραμένει το εύλογο ερώτημα σε ποιον ανήκουν. Κι επειδή το ίδιο αναρωτιέται και η τρόικα είναι σίγουρο ότι στο επόμενο διάστημα θα δούμε πιθανά «κουρέματα» καταθέσεων μέσω της φορολογίας, δεσμεύσεις και άλλα παρόμοια μέτρα.
Αν και μετά από αυτό που έπαθε η οικονομία της Κύπρου με την απόφαση του Eurogroup είναι μάλλον δύσκολο να πιστέψει κανείς ότι η Ελλάδα βρίσκεται σε τροχιά ανόδου, ή ότι η «απογείωση» την περιμένει στην επόμενη στροφή. Έστω κι αν ένας συνδυασμός απόλυτης ανειλικρίνειας και απίστευτης βλακείας μπορεί να φέρουν αναπάντεχα αποτελέσματα. Ας τα πάρουμε ένα-ένα με τη σειρά.
ΥΦΕΣΗ… ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ
Σύμφωνα με τον πίνακα η πορεία της ύφεσης στην ελληνική οικονομία βαίνει με όλο και πιο αυξανόμενη ταχύτητα. Από 7,0% άνοδο στο ΑΕΠ σε τρέχουσες τιμές το 2007, έχει φτάσει το 2012 σε ρυθμό υποχώρησης του ΑΕΠ κατά 7,1%. Αν σκεφτεί κανείς ότι το πρώτο τρίμηνο του 2013 εξακολουθεί να συρρικνώνεται το ΑΕΠ τουλάχιστον στα ίδια επίπεδα καταλαβαίνει γιατί οι εκτιμήσεις περί περιορισμού της ύφεσης στα τέλη του 2013 είναι μόνο για αφελείς.
Κινητήρια δύναμη της ύφεσης είναι η ραγδαία καθίζηση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών. Έχει σημασία να το κατανοήσουμε αυτό. Η ύφεση επιδεινώνεται και θα συνεχίσει να επιδεινώνεται όσο το διαθέσιμο εισόδημα των λαϊκών νοικοκυριών θα συνεχίσει να συρρικνώνεται. Ας δούμε για παράδειγμα την πορεία του καθαρού διαθέσιμου εθνικού εισοδήματος από το 2007 έως το 2012. Ανάμεσα στο 2007 και το 2008 το καθαρό εθνικό διαθέσιμο εισόδημα αυξήθηκε κατά 3,8%, ενώ από το 2008 έως το 2012 συρρικνώθηκε κατά 23,6% συνολικά. Η συρρίκνωση αυτή πυροδότησε μια πτώση στην τελική καταναλωτική δαπάνη της οικονομίας της τάξης του 17,5% την περίοδο 2009-2012. Κάτι βεβαίως που είναι απολύτως αναμενόμενο.
Ποιο είναι το ενδιαφέρον εδώ; Δυο στοιχεία πολύ σημαντικά.
Αφενός, το καθαρό εθνικό διαθέσιμο εισόδημα κινείται εδώ και χρόνια – από την αρχή που μπήκαμε στο ευρώ – σε επίπεδα χαμηλότερα από την τελική καταναλωτική δαπάνη. Τι σημαίνει αυτό; Ότι το καθαρό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών δεν επαρκεί για να καλύψει ούτε καν τις βασικές καταναλωτικές δαπάνες που εκπορεύονται από το επίπεδο ανάπτυξης της οικονομίας. Αυτό είναι ένα φαινόμενο που έχει οδηγήσει τα νοικοκυριά να στερούνται εδώ και χρόνια την δυνατότητα αποταμίευσης, δηλαδή την δυνατότητα να βάζουν κάτι στην πάντα. Κι όχι μόνο αυτό. Επειδή το καθαρό εθνικό διαθέσιμο εισόδημα δεν επαρκεί για τις βασικές καταναλωτικές δαπάνες των νοικοκυριών, όχι μόνο δεν περισσεύει τίποτε, αλλά υπάρχει ανάγκη για πρόσθετο εισόδημα προκειμένου να ανταποκριθεί το μέσο νοικοκυριό στις καταναλωτικές του ανάγκες. Αυτό υποδηλώνει το αρνητικό πρόσημο στην καθαρή αποταμίευση του πίνακα. Αυτή λοιπόν η αρνητική καθαρή αποταμίευση εκτινάχθηκε στην περίοδο 2007-2012 κατά 75%! Κι έτσι το μέσο νοικοκυριό χρειάζεται πάνω από 14% του ετήσιου ΑΕΠ πρόσθετο εισόδημα μόνο και μόνο για να κατορθώσει να ανταποκριθεί στις καταναλωτικές δαπάνες που του επιβάλει η κατάσταση της οικονομίας. Όσο το ποσοστό αυτό αυξάνει τόσο περισσότερο υπονομεύεται η εσωτερική αγορά, τόσο περισσότερο θα βρίσκεται σε πτώση ο τζίρος της αγοράς με καταστροφικά αποτελέσματα όχι μόνο για την μικρομεσαία επιχείρηση, αλλά και για την οικονομία γενικά.
Αφετέρου, η αρνητική καθαρή αποταμίευση των νοικοκυριών δεν είναι τίποτε περισσότερο από το πρωτογενές έλλειμμα του οικογενειακού προϋπολογισμού σε εθνικό επίπεδο. Κι αυτό το πρωτογενές έλλειμμα διαρκώς αυξάνει. Από 3% επί του ΑΕΠ το 2007 έφτασε στο 10% το 2009 για να εκτιναχθεί πάνω από το 14% το 2012. Αξίζει να το συγκρίνουμε με το πρωτογενές αποτέλεσμα του κρατικού προϋπολογισμού, ο οποίος εμφανίζεται να μειώνεται αυτά τα χρόνια, ιδίως στα χρόνια των μνημονίων, και χρησιμοποιείται από την μαύρη προπαγάνδα ως ένδειξη θετικών αποτελεσμάτων των πολιτικών της λιτότητας και των οριζόντιων περικοπών. Η σύγκριση ανάμεσα στο πρωτογενές έλλειμμα του οικογενειακού προϋπολογισμού και στο πρωτογενές έλλειμμα του κρατικού προϋπολογισμού δείχνει κάτι πολύ ενδιαφέρον: οι πολιτικές του μνημονίου δεν έκαναν τίποτε περισσότερο από το να μεταφέρουν το πρωτογενές έλλειμμα από τον κρατικό προϋπολογισμό στον οικογενειακό προϋπολογισμό. Ας δούμε τα επίσημα στοιχεία. Το πρωτογενές έλλειμμα του 2009 – σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδας – κορυφώθηκε στα 8% του ΑΕΠ το 2009 για να κατέβει στα 2,4% το 2012. Μειώθηκε δηλαδή λιγότερο από 6 ποσοστιαίες μονάδες. Την ίδια ακριβώς περίοδο το πρωτογενές έλλειμμα του οικογενειακού προϋπολογισμού αυξήθηκε πάνω από 4 ποσοστιαίες μονάδες και από 10% επί του ΑΕΠ το 2009 έφτασε στο 14,4% το 2012.
Τι σημαίνει αυτό; Σημαίνει με απλά λόγια ότι οι πολιτικές περιορισμού του πρωτογενούς ελλείμματος του κρατικού προϋπολογισμού έχουν σαν στόχο μέσα από τις οριζόντιες περικοπές δαπανών και την αύξηση της φορολογίας να το φορτώσουν στον οικογενειακό προϋπολογισμό. Κι έτσι όσο περισσότερο θα επιμένουν οι ίδιες πολιτικές, όσο η εκμηδένιση του πρωτογενούς ελλείμματος του κρατικού προϋπολογισμού θα αποτελεί πρώτη προτεραιότητα για την δημοσιονομική πολιτική του κράτους, τόσο περισσότερο θα συνθλίβεται ο οικογενειακός προϋπολογισμός. Μπορεί να υπάρξει ανάκαμψη μ’ αυτόν τον τρόπο; Ούτε κατά διάνοια.
Η ΦΕΝΑΚΗ ΤΗΣ ΑΝΑΠΤΥΞΗΣ
Με τον τρόπο αυτό οι πολιτικές που εφαρμόζονται οδηγούν στην ασφυξία από εισόδημα, δηλαδή από αγοραστική δύναμη, την οικονομία και έτσι εξασφαλίζουν τον περιορισμό των επενδυτικών ευκαιριών. Σε μια οικονομία όπου κυριαρχεί η ανυπαρξία τζίρου, δεν μπορούν να υπάρξουν σοβαρές επενδύσεις που να οδηγήσουν την χώρα έξω από τον φαύλο κύκλο της ύφεσης. Γι’ αυτό και το επίπεδο των συνολικών επενδύσεων στην ελληνική οικονομία πέφτει κατακόρυφα. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2012 οι πραγματικές επενδύσεις, δηλαδή ο ακαθάριστος σχηματισμός κεφαλαίου στην ελληνική οικονομία, κατέληξε να βρίσκεται μόλις στο 44% του επιπέδου του 2007. Και σχεδόν από τα 27% του ΑΕΠ που βρίσκονταν οι επενδύσεις το 2007 έφτασαν αισίως κάτω από το 14% το 2012. Οι επενδύσεις στην Ελλάδα έχασαν αισίως στο διάστημα 2007-2012 πάνω από 33 δις ευρώ σε τρέχουσες τιμές.
Το αποτέλεσμα; Αφενός, η ραγδαία άνοδος της ανεργίας η οποία από 8% τον Δεκέμβριο του 2007 ανήλθε στο 26,4% τον Δεκέμβριο του 2012. Αφετέρου, η τρομακτική πτώση του βαθμού χρησιμοποίησης του εργοστασιακού δυναμικού στη βιομηχανία, ο οποίος από 77% το 2007 έχει πέσει σχεδόν στο 64% το 2012. Πράγμα που εξασφαλίζει περαιτέρω πτώση της βιομηχανικής παραγωγής και τα επόμενα χρόνια.
Με βάση αυτά τα δεδομένα για κάθε 1% αύξηση της ανεργίας η οικονομία χρειάζεται τουλάχιστον 1,8 δις ευρώ σε επενδύσεις πρωτίστως στην παραγωγή ώστε να αντιστραφεί η τάση πτώσης του βαθμού χρησιμοποίησης του εργοστασιακού δυναμικού. Αν σκεφτεί κανείς ότι για να αρχίζει να αυξάνεται το επίπεδο των επενδύσεων στην ελληνική οικονομία θα πρέπει ο κρατικός προϋπολογισμός δημοσίων επενδύσεων να ανέλθει πάνω από τα 9 δις ευρώ ετήσια, ενώ θα πρέπει να περισσεύουν άλλα 2 περίπου δις από το καθαρό εθνικό διαθέσιμο εισόδημα ως καθαρή αποταμίευση προκειμένου να χρηματοδοτηθούν οι επενδύσεις. Χρειάζεται δηλαδή ένα ύψος επενδυτικής δαπάνης άνω των 11 δις ευρώ ετήσια για να μπορέσει η ελληνική οικονομία να αντιμετωπίσει την ανεργία και να την μειώσει κατά 1%! Υπάρχει πρόβλεψη για τέτοια επενδυτική δαπάνη; Και βέβαια όχι. Ο κρατικός προϋπολογισμός προβλέπει για το 2013 δημόσιες επενδύσεις της τάξης των 6,85 δις ευρώ, ενώ το καθαρό εθνικό διαθέσιμο εισόδημα αναμένεται να συρρικνωθεί ακόμη περισσότερο αυξάνοντας ακόμη περισσότερο το έλλειμμα του οικογενειακού προϋπολογισμού. Πώς λοιπόν μιλούν για πιθανότητα ανάκαμψης;
Θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ότι, ιδιαίτερα σε συνθήκες ύφεσης και δραστικής συρρίκνωσης της οικονομίας, η συσσώρευση ελλείμματος στον οικογενειακό προϋπολογισμό αποτελεί συνταγή χρεοκοπίας και μάλιστα με τον πιο απόλυτο τρόπο. Πώς μπορεί να καλυφθεί αυτό το έλλειμμα, δηλαδή η αρνητική καθαρή αποταμίευση; Είτε με νέο δανεισμό των νοικοκυριών κι όχι μόνο, είτε με την εξαέρωση των αποταμιεύσεων. Και τα δυο τα έχουμε δει να συμβαίνουν και μάλιστα να χειροτερεύουν μήνα με το μήνα. Είναι χαρακτηριστικό ότι το ιδιωτικό χρέος, δηλαδή το χρέος των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων προς τις τράπεζες, έχει ξεπεράσει αισίως τα 230 δις ευρώ, ή σχεδόν το 120% του ΑΕΠ της χώρας. Η εκτίναξή του αυτά τα χρόνια είναι απόρροια των πολιτικών που εφαρμόζονται. Το ίδιο συμβαίνει και με το δημόσιο χρέος που κι αυτό με την σειρά του δεν δείχνει σοβαρά σημάδια κάμψης, παρά τις αναδιαρθρώσεις, τα «κουρέματα» και την επαναγορά. Τα δεδομένα αυτά έχουν οδηγήσει το ακαθάριστο εξωτερικό χρέος της Ελλάδας στα ύψη. Σύμφωνα με τα διαθέσιμα στοιχεία το τρίτο τρίμηνο του 2012 το ακαθάριστο εξωτερικό χρέος ξεπέρασε τα 413 δις ευρώ, ή το 213%. Όσο οι δείχτες αυτοί παραμένουν σ’ αυτά τα επίπεδα και συνεχίζουν να αυξάνονται κάθε ελπίδα για ανάκαμψη είναι μάταιη και φρούδα.
Δεν μπορείς να φορτώνεις με χρέη το νοικοκυριό και την μικρομεσαία επιχείρηση και να θεωρείς κατόπιν ότι υπάρχει ελπίδα. Πολύ περισσότερο όταν αυξάνει δραματικά ένα νέο είδος ιδιωτικού χρέους που έχει αρχίσει να οδηγεί στην απόγνωση τόσο το μέσο νοικοκυριό, όσο και τον μικρομεσαίο. Τα χρέη προς την εφορία. Αν δούμε τον πίνακα 2 θα διαπιστώσουμε ότι ειδικά το 2012 οι ληξιπρόθεσμες οφειλές των φυσικών και νομικών προσώπων προς την εφορία εκτινάχθηκαν σε δυσθεώρητα ύψη. Από την αρχή του έτους έως και τον Ιούλιο είχαν συσσωρευτεί 3,9 δις ευρώ ληξιπρόθεσμες οφειλές φυσικών κυρίως και νομικών προσώπων προς την εφορία. Τον Αύγουστο οι οφειλές αυτές σχεδόν διπλασιάζονται φτάνοντας στα 6,9 δις ευρώ. Ο λόγος είναι απλός. Η νέα φοροεπιδρομή με τα εκκαθαριστικά. Έως το τέλος του έτους οι ληξιπρόθεσμες οφειλές έφτασαν τα 13,2 δις ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι κάθε ελληνικό νοικοκυριό κατέληξε στο τέλος του 2012 να χρωστά στην εφορία κατά μέσο όρο πάνω από 3.200 ευρώ. Αν σκεφτεί κανείς ότι το ίδιο νοικοκυριό το 2012 υπολείπεται επίσης κατά 6.000 ευρώ για να ικανοποιήσει τις βασικές καταναλωτικές του δαπάνες, μπορεί να κατανοήσει ακόμη και ο πιο αδαής ότι το μέσο νοικοκυριό είναι αδύνατο να επιβιώσει.
Για να έχουμε μια ολοκληρωμένη εικόνα πρέπει να επισημάνουμε ότι το μέσο νοικοκυριό στην Ελλάδα του 2012 διαθέτει ετήσιο καθαρό διαθέσιμο εισόδημα γύρω στα 35.000 ευρώ. Χρειάζεται να δανειστεί άλλα 6.000 ευρώ για να καλύψει τις βασικές του καταναλωτικές του δαπάνες και η εφορία του φόρτωσε πρόσθετα ληξιπρόθεσμα χρέη της τάξης των 3.200 ευρώ. Με λίγα λόγια το μέσο νοικοκυριό μόνο μέσα στο 2012 φορτώθηκε με πρόσθετο ιδιωτικό χρέος της τάξης των 9.200 ευρώ, ή το 26% του ετήσιου εισοδήματός του.
Τα στοιχεία που αποκαλύπτουν την ιλιγγιώδη ταχύτητα και τις τεράστιες διαστάσεις που έχει προσλάβει πλέον η υπερχρέωση νοικοκυριών και επιχειρήσεων εξαιτίας των καταστροφικών μέτρων σκληρής λιτότητας που επιβλήθηκαν στη χώρα μας την τελευταία τριετία, φανερώνει ο πίνακας 2 από τη Γενική Γραμματεία Πληροφοριακών Συστημάτων του υπουργείου Οικονομικών. Σύμφωνα με τα στοιχεία αυτά, περίπου 1 στους 3 απλούς φορολογούμενους και 2 στις 3 εταιρείες οφείλουν ληξιπρόθεσμα χρέη προς το Δημόσιο! Συνολικά, στις 31-12-2012, περίπου 2,5 εκατομμύρια φυσικά πρόσωπα και 148.500 επιχειρήσεις χρωστούσαν στο Δημόσιο 55,7 δισ. ευρώ! Επιπλέον μέσα στους 2 πρώτους μήνες του 2013, περίπου 1,3 εκατομμύρια φυσικά πρόσωπα και 36.000 εταιρείες επιβαρύνθηκαν με νέα ληξιπρόθεσμα χρέη προς το Δημόσιο συνολικού ύψους 1,3 δισ. ευρώ!
Όσο συνεχίζεται αυτό το καθεστώς που φορτώνει τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις πρόσθετα ιδιωτικά χρέη και ληξιπρόθεσμες οφειλές προς την εφορία, τόσο περισσότερο η ελληνική οικονομία θα βρίσκεται σε επιταχυνόμενη ελεύθερη πτώση προς την άβυσσο. Τόσο περισσότερο θα μπορούν οι άρπαγες να λεηλατούν την δημόσια και ιδιωτική περιουσία του Έλληνα πολίτη με συνεπικουρία των ντόπιων δωσίλογων και των κομμάτων της κρατικοδίαιτης αντιπολίτευσης.
Δημοσιεύτηκε στο Χωνί, 31/3/2013